Δεν είναι αυτή Γυναίκα;
Patricia Jennings-Welch: Μια Μεγάλη Κυρία, Μια Μεγάλη Κληρονομιά
Επικήδειος λόγος, όπως συντάχθηκε για να εκφωνηθεί στον Ναό του Αποστόλου Θωμά,
στο Peabody της Μασαχουσέτης
4 Μαρτίου 2009
(3/09)
Patricia Jennings-Welch. Ουάου. Αυτή είναι γυναίκα! Όταν απομνημόνευσα για πρώτη φορά ορισμένες σειρές από τη γνωστή ομιλία της Sojourner Truth, σκέφτηκα κατευθείαν τη μητέρα μου. «Αυτός εκεί ο άντρας λέει ότι οι γυναίκες χρειάζονται βοήθεια να ανέβουν στην άμαξα, και να περάσουν τα χαντάκια και να έχουν παντού την καλύτερη θέση. Εμένα κανείς δεν με βοηθάει ποτέ να ανέβω στην άμαξα, ή να περάσω κάποια λακκούβα με νερό ούτε μου δίνει την καλύτερη θέση! Δεν είμαι εγώ γυναίκα; Κοιτάξτε με! Δείτε το χέρι μου! Έχω οργώσει και έχω φυτέψει, και έχω μαζέψει τη σοδειά στην αποθήκη, και κανένας άντρας δεν μπορεί να μου ηγηθεί! Δεν είμαι εγώ γυναίκα όμως; Μπορούσα να δουλεύω σκληρά σαν άντρας και να τρώω εξίσου πολύ με έναν άντρα – όταν μου δινόταν η ευκαιρία – και να αντέξω το μαστίγιο! Εγώ δεν είμαι γυναίκα; Γέννησα δεκατρία παιδιά και τα είδα σχεδόν όλα να πωλούνται ως σκλάβοι και όταν έκλαψα που έχασα τη μητέρα μου, κανείς δεν με άκουσε πέρα από τον Χριστό! Δεν είμαι εγώ γυναίκα;»
Όλα όσα έμαθα για το σεβασμό και την αξιοπρέπεια, για τη σκληρή προσπάθεια και πώς να ενθαρρύνω τους ανθρώπους, όλα αυτά τα οφείλω σε αυτήν την απίστευτα σύνθετη προσωπικότητα, σε αυτήν τη δυνατή και εντυπωσιακά αποφασιστική γυναίκα την οποία έχουμε έρθει να αποχαιρετίσουμε σήμερα. Στη γυναίκα αυτή που μου έμαθε να σέβομαι εξίσου τη δύναμη και την συμπόνια – στη γυναίκα, με λίγα λόγια, που μου έμαθε πώς να είμαι άντρας. Μια γυναίκα που δίδαξε τόσα πολλά σε τόσο πολλούς ανθρώπους, εκείνη που μου έμαθε πως τίποτα δεν μπορεί να μας μειώσει – ότι το να ξεβουλώνεις τις τουαλέτες είναι εξίσου σημαντικό με το να μαθαίνεις και να διδάσκεις ανάγνωση ή μια ξένη γλώσσα, ότι η ζωή, όταν δεν αγωνίζεσαι, δεν έχει αξία—και επίσης ότι το να αγωνίζεσαι για τον εαυτό σου χωρίς να εξυψώνεις τους άλλους είναι όχι μόνο ανούσιο, αλλά και ηθικά μεμπτό.
Για μένα ήταν απίστευτη ευλογία που είχα αυτήν την πραγματικά μοναδική σχέση με τούτη τη γυναίκα: τη μητέρα μου, τη φίλη μου, τον άνθρωπο στον οποίο εμπιστευόμουν τα πάντα, τον μέντορα μου. Άγγιξε όμως τόσες ζωές κι απόλαυσε τόσο έντονα τη ζωή που πέρασε με όλα τα παιδιά της, από τις στιγμές που επέλεγε να αποσυρθεί και τα ταξίδια στο Σαν Αντόνιο και το Ώστιν μέχρι το τελευταίο μπάνιο στη θάλασσα, την κάθε Θεία λειτουργία, τον κάθε αγώνα ποδοσφαίρου, το κάθε πάρτυ γενεθλίων και κάθε γιορτή στην οποία μπορούσε να πάει, όπως κι αν πήγαινε εκεί, όσο μπορούσε μείνει. Και πέρα από το στενό οικογενειακό της κύκλο, ο κόσμος την ένιωθε πάντα κοντά του. Μπορεί για εμένα να σήμαινε όλα τα παραπάνω, αλλά η μητέρα κατά κάποιον τρόπο αποτελούσε κτήμα όλων.
Ένα από τα πολλά συλλυπητήρια σημειώματα που λάβαμε τόνιζε ακριβώς αυτό το χαρακτηριστικό της — πέρα από την τρομακτική της διάνοια, την αδηφαγία και τη δίψα της για τη γνώση, πέρα από τις απίστευτες διδακτικές της ικανότητες.
Ένα χαρακτηριστικό της που το πρωτομοιράστηκε μαζί μου ο φίλος μου Φόλκερ από τη Γερμανία ήταν ότι έκανε τους πάντες να τη βλέπουν σαν να ήταν και δική τους μητέρα: «Δεν υπάρχει καλύτερη μητέρα.
Όπως ξέρεις, μου άρεσε πολύ να μου συμπεριφέρεται σαν να είμαι κι εγώ ένα από τα παιδιά της: αυτή τη γυναίκα θα την ήθελαν όλοι – σαν μητέρα, σαν δασκάλα – σαν Άνθρωπο. Παρότι λυπάμαι πολύ που έφυγε, θα παραμείνει ζωντανή στη μνήμη μας – και μπορώ να σου πω πως έτσι θα ζει πολύ περισσότερο από άλλους που βρίσκονται ακόμα στη ζωή.»
Γι’ αυτό αφήσαμε το παρτέρι κενό: συμβολίζει όλους τους σπόρους τους οποίους έσπειρε, όλα τα λουλούδια που φύτρωσαν, όλους τους ανθρώπους που η ζωή και τα όνειρά τους ταρακουνήθηκαν, έλαβαν ώθηση, παρακινήθηκαν, καρποφόρησαν, λυτρώθηκαν ή έγιναν απλώς λιγάκι πλουσιότερα επειδή ακριβώς οι ίδιοι είχαν την τύχη να γνωρίσουν αυτήν την γυναίκα.
Κάπου εδώ θα ήταν παράλειψη μου να μην αναφέρω τη σύζυγο μου Τζούλια, που με συντροφεύει ως τα βάθη του πόνου που βιώνω λόγω τούτης της απώλειας, όπως ακριβώς με συντροφεύει σε όλα. Στάθηκε πλάι μου χρόνια ολόκληρα, βοηθώντας με να φροντίσω τη μητέρα μου που, όπως πολλοί από σας γνωρίζετε, τα τελευταία χρόνια ήταν άρρωστη. Από την πρώτη στιγμή, με βοήθησε να πλύνω τη μητέρα μου και να την αλλάξω την ημέρα που παντρευτήκαμε και στάθηκε δίπλα μου μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής αυτής της εξαιρετικής γυναίκας. Η αγάπη και η υποστήριξη της Τζούλια, για εμένα, για τη μητέρα μου, για τα όνειρα που μοιραστήκαμε όλοι μας – και οι τρεις μας, Δράκοι στο Κινέζικο Ωροσκόπιο, ή η ομάδα PD&J team, όπως είπε στο νεκροκρέβατο της, η αμοιβαία αγάπη που αισθανόμασταν ο ένας για τον άλλον ήταν απτή και απαραίτητη.
Και παρότι ορισμένες φορές ίσως ήταν απαιτητική, οφείλουμε να θυμόμαστε πλέον πως ήθελε το καλύτερο λόγω αυτής της αγάπης. Το τραγούδι που είπαμε νωρίτερα έχει μια στροφή που είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική – γεννήθηκα στην κοιλάδα / όπου ο ήλιος αρνιόταν να λάμψει / Αλλά σκαρφαλώνω στα ορεινά / Θα κάνω το βουνό δικό μου! Και ασφαλώς, αυτή της την απαίτηση για το καλύτερο την μετέδιδε σε όλους - είτε το καταλάβαινες είτε όχι. Είναι το καλύτερο χάρισμα που μπορεί να έχει ένας δάσκαλος… το καλύτερο ίσως χάρισμα και για μια μητέρα. Και παραδόξως ορισμένες φορές ήταν πολύ πιο αυστηρή με άτομα που έλεγαν ότι δεν μπορούσαν – και ιδίως με εκείνους στους οποίους κάποιοι άλλοι είχαν πει ότι δεν μπορούσαν. Βλέπετε, η αινιγματική Pat Welch, εκείνη που πάντοτε προσπαθούσε να πιάσει τα αστέρια (και μερικές φορές το κατόρθωνε) διέθετε και μια έντονα πραγματιστική πλευρά: όχι ότι η αυτολύπηση ήταν ανήθικη — απλώς περιέπλεκε τα πράγματα σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό. Πόσες φορές την τελευταία βδομάδα ήρθαν κάποια άτομα να μας μιλήσουν και να μας αφηγηθούν μια ιστορία, όπως εκείνη η μητέρα που είπε σε εμένα και την Τζούλια:
«Όταν έφερα το γιο μου στο σχολείο, είπα στη μητέρα σου: «Ναι, αλλά δεν ξέρω πώς να έρθω να τον πάρω όταν σχολάσει», κι εκείνη απάντησε: «Εσύ φέρ’ τον απλώς στο σχολείο κι όλα τα άλλα θα τα βρούμε».
Θα κάνω το βουνό δικό μου! Αλλά και πάλι, ποτέ χωρίς να εξυψώνεις και τους άλλους που βρίσκονται γύρω σου.
Ένα από τα ξαδέρφια μου έγραψε ότι «η θεία Πατ μας ενέπνευσε όλους μας. Είχε μια μοναδική αίσθηση αισιοδοξίας και πίστευε πως τίποτα δεν είναι υπερβολικό δύσκολο, πως δεν υπάρχει τίποτα που δεν μπορούσε να γίνει αν το έπαιρνε απόφαση. Και νομίζω ότι είχε την ικανότητα να πείσει πολλούς ανθρώπους ότι μπορούσαν να κάνουν πράγματα τα οποία υπό άλλες συνθήκες ίσως να μην είχαν καν προσπαθήσει». Για την ακρίβεια, αυτό το πείσμα και η επιμονή της να παλεύει ενάντια σε κάθε δυσκολία δημιούργησε μια ενδιαφέρουσα σύγχυση όταν εκείνη έφυγε. Κατά λάθος είχα γράψει λάθος ημερομηνία όταν έστελνα το προσχέδιο της νεκρολογίας. Έστειλα τη διόρθωση με τίτλο απλά: «τυπογραφικό λάθος». Η ξαδέρφη της μου έγραψε αμέσως να μου πει ότι ήλπιζε να είχε γίνει τυπογραφικό λάθος. «Η Πάτσυ δήλωσε ότι ήταν απλώς τυπογραφικό λάθος και ότι δεν είχε σκοπό να πάει πουθενά!»
Δυο βδομάδες προτού πεθάνει, γύρισε και μου είπε: «Αγάπη μου, θέλω να με κάνετε να πέσω σε κώμα. Έτσι μπορούν να με ξυπνήσουν σε πέντε-δέκα χρόνια που θα έχουν βρει θεραπεία για ό,τι έχω». Μια άλλη φίλη ρώτησε, μιας και θα πήγαινε για ψώνια, αν ήθελε να της πάρει κάτι. «Τίποτα. Εκτός αν μου βρεις κάνα πνεύμονα», είπε χαμογελαστά, με εκείνη τη σπίθα στα γαλανά της μάτια που μας έκανε όλους να πιστεύουμε ότι αστειεύεται… αστειεύεται… έτσι δεν είναι; Ποτέ δεν ξέραμε...
Η μητέρα μου είχε ένα αγαπημένο ποίημα που το είχε γράψει ο πατέρας της, δηλαδή ο παππούς μου, για εκείνην. Το απαγγέλλαμε μαζί, τις τελευταίες βδομάδες της ζωής της, κι έδειχνε να της φέρνει ανακούφιση.
Πάτσυ
Σήμερα, παιδί μου, είσαι ντυμένη στα λευκά
Συμβολίζοντας την ψυχή του Θεού
Να περπατήσεις μαζί του σε ό,τι είναι σωστό
Στο μονοπάτι που χάραξε ο Χριστός
Οι σκέψεις σου καθάριες, το βήμα σου αποφασιστικό,
Τα όνειρά σου γεμάτα ευχάριστη ελπίδα
Σου δίνουν δύναμη να περπατήσεις
Το δρόμο της ζωής και ό,τι εμπόδια να τα αντιμετωπίσεις
Στρατιώτης πιστός στο ποίμνιο του Θεού,
Η μάχη σου τώρα είναι με τη ζωή
Κι εύχομαι να καταταγείς στον ουρανό
Όταν θα έχεις προχωρήσει πέρα από τον αγώνα αυτής της Γης.
Είχε γράψει κι ένα άλλο ποίημα, όπου δίχως αμφιβολία σκεφτόταν τον ίδιο και τη δική του μητέρα. Τώρα τελευταία το σκεφτόμουν πολύ, σε σχέση με εμένα και τη μητέρα μου. Τις τελευταίες φορές που βγήκαμε βόλτα, τότε που επέμενε να δει ό,τι καινούριο υπήρχε, το Y, το Ντέινβερσπορτ που το είχαν ξαναχτίσει,
και τέλος το νεκροταφείο, πιστεύω τώρα που τα ξανασκέφτομαι πως προσπαθούσε να μας πει ότι ήξερε.
Πίστη
Ο κυνικός ίσως καγχάσει καθώς εκείνη γονατίζει με το σταυρό της
Και ψηλαφά στα δάκτυλά της τις χάντρες που ίσως κρατά
Αλλά κουράστηκε από τα μονοπάτια της ζωής
Και μόνο εκείνη ξέρει πως έχει πια γεράσει
Καταπονήθηκε από τη ζωή και νιώθει φόβο για το θάνατο
Οι χάντρες που κρατά είναι η ελπίδα της
Πως κάτι υπάρχει πέρα από την τελευταία ανάσα της ζωής
Κάτι που δεν το βλέπουμε, κάτι άγνωστο σε εμάς
Και ο κυνικός ίσως καγχάσει καθώς εκείνη θα φιλήσει το σταυρό της
Και θα γονατίσει σκύβοντας το κεφάλι
Εν ειρήνει με το θεό της, ενώ εκείνος σαστισμένος
Έχει κουραστεί από πράγματα που διόλου δεν γνωρίζει
Και τώρα, θα ήθελα να πω κάτι ακόμα, έστω και εν συντομία, απευθυνόμενος προς την ισπανόφωνη κοινότητα που τόσο πολύ αγαπούσε την μητέρα μου —αναφερόταν σ’ αυτήν πάντοτε αποκαλώντας την απλώς «Η Κυρία». Κι όλοι καταλάβαιναν για ποια μιλούσαμε, χωρίς να χρειάζονται περισσότερα λόγια. Όπως και τόσους άλλους, η Κυρία βοήθησε πολύ αυτήν την κοινότητα, με την οποία είχε μια ιδιαίτερη σχέση. Μου τηλεφώνησε μια παλιά συνάδελφος της από το Σάντο Ντομίνγκο για να μας συλλυπηθεί, εξηγώντας μου πόση βοήθεια της προσέφερε αυτή η γυναίκα, η κυρία, μια γυναίκα με τόση δύναμη, εξυπνάδα και αγάπη, και επίσης πόσο βοήθησε τους γιους της και την οικογένεια της — λέγοντας όπως και τόσοι άλλοι ότι μέσα της ένιωθε πως η κυρία ήταν, κατά κάποιον τρόπο, και δική της μητέρα. Θυμάμαι επίσης, αν και δε χρειαζόταν να μου το θυμίσουν, τα αστεία που έκανα πάντοτε με τη μητέρα μου,
κοροϊδεύοντας την προφορά της στα ισπανικά. Πώς πρόφερε π.χ. το καρότο. Με μάλωναν, ασφαλώς, που πείραζα μια γυναίκα με τόση αξιοπρέπεια, και κυρίως μια γυναίκα που έβαζε τα δυνατά της να μάθει ισπανικά. Άλλος ένα Βουνό που ήθελε να ανέβει. Και πάλι όμως πιστεύω ότι το ξέρουν όλοι, όπως το καταλάβαινε και η Κυρία, πως όλα αυτά ήταν καθαρά από αγάπη.
Ζητώ συγγνώμη από τον Πατέρα Σέρρινταν και από όσους βρίσκονται εδώ αν μακρηγόρησα.
Πιστεύω ότι οφείλεται στο γεγονός ότι θέλω να μιλάω ακατάπαυστα γι’ αυτήν την ιδιαίτερη κυρία, σαν το άλλο σημείο του τραγουδιού που είπαμε: εργολάβε κηδειών, σε παρακαλώ να οδηγείς αργά . Αλλά ασφαλώς, όταν έρθει η ώρα, τότε αυτό είναι… και δεν μπορούμε να ελέγξουμε το ρολόι ή το ημερολόγιο. Συγχωρείστε με. Και τώρα, γι’ αυτήν την εξαιρετική κυρία που ήθελε πάντα να φεύγει τελευταία από το πάρτυ, ήρθε η ώρα να την αφήσουμε να αναπαυτεί. Πάλεψε, ενάντια στη μοίρα, ενάντια στην ασθένεια, ενάντια στον ίδιο το χρόνο μέχρι την τελευταία στιγμή. Έσκυψα και ψιθύρισα στο αυτή της καθώς βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, παρότι δεν ήμουν βέβαιος ότι με άκουγε ακόμα, ότι μπορούσε πλέον να αναπαυθεί και να πάψει πια να είναι κουρασμένη. Υπάρχουν δύο ημερομηνίες τις τελευταίες αυτές εβδομάδες που μπορούν να εξηγήσουν αυτήν την τελική αντίφαση. Η 20η Ιανουαρίου ήταν η ημερομηνία του τελευταίου ραντεβού της με τον ογκολόγο της, κι έκτοτε με κάποιον τρόπο, κάθε τόσο, την νιώθαμε πως άρχιζε να ξεγλιστράει μακριά μας. Κι εκείνη την νύχτα, καθώς η Τζούλια κι εγώ κοιμόμασταν σε ένα στρώμα στο πάτωμα της κρεβατοκάμαρας της, κρατώντας της παρέα ενώ εκείνη ξαπλωμένη αντιμετώπιζε τα πιο θλιβερά νέα, εξέφρασα την ανησυχία μου προς την Τζούλια: «Δεν τρώει». «Δεν διαβάζει», μου αποκρίθηκε η Τζούλια. «Για την Pat Welch, αυτό είναι ακόμα χειρότερο ως ένδειξη».
Θυμάμαι όμως τώρα ότι η 20η Ιανουαρίου ήταν επίσης και η ημέρα της ορκωμοσίας του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, μια ημέρα την οποία η μητέρα μου περίμενε επί οκτώ μακρά χρόνια. Την θυμάμαι καθαρά να κλαίει το 2004. Όταν τη ρώτησα γιατί το είχε πάρει τόσο βαρέως, μου απάντησε: «Μα τώρα μπορεί να μη ζω για να δω τον Μπους να απέρχεται από την εξουσία!» Επομένως μπορεί η 20η Ιανουαρίου να ήταν σημαντική για εκείνη με πολύ περισσότερους τρόπους απ’ ό,τι μπορούμε να σκεφτούμε. Η δεύτερη ημερομηνία έχει να κάνει με κάτι που ανακάλυψα μόλις χθες. Πήγαμε στο CVS, στο φαρμακείο όπου πηγαίναμε τόσο συχνά να πάρουμε τα σκευάσματα που τη βοηθούσαν να παραμείνει ζωντανή, και μου ήταν αδύνατο να παρκάρω χωρίς να με πιάσουν τα κλάματα.
Σταμάτησα σε μια θέση για ανάπηρους κι έβγαλα το σήμα της μητέρας μου σε μια κίνηση σχεδόν αντανακλαστική.
Όταν συνειδητοποίησα τι έκανα χαμογέλασα, σκεφτόμενος ότι τόσο εκείνη όσο και ο νόμος δεν θα μπορούσαν να μου κρατήσουν κακία γι’ αυτήν την τελευταία παράβαση μου. Καθώς όμως κοίταζα το σήμα να κρέμεται στο αυτοκίνητο, πρόσεξα την ημερομηνία λήξης: 24 Φεβρουαρίου 2009 – την τελευταία νύχτα που την πήγαμε στο Μπράιχαμ, και την τελευταία διαδρομή που έκανε με το βρώμικο αυτοκινητάκι μας. Σοκαρισμένος, ανακάθισα και συλλογίστηκα. Ήρθε η ώρα τελικά, να αφήσουμε αυτή την κακόμοιρη γυναίκα να ξεκουραστεί. Αναπαύσου, Μαμά, αναπαύσου. Σε αγαπάμε, και πάντοτε, πάντοτε θα ζεις ανάμεσα μας. «Ας σηκωθεί ο δρόμος να σε χαιρετίσει, ας είναι πάντα ο άνεμος ούριος για σένα, ας σου ζεσταίνει πάντα ο ήλιος το πρόσωπο και η βροχή ας πέφτει απαλά στα χωράφια σου – και μέχρι να συναντηθούμε πάλι, ας σε κρατάει ο Θεός στην παλάμη του χεριού του». Σε αγαπώ, Μαμά. Αντίο.
Translated from English
by Tess Vassiliadou
^ Top ^
Ο Γουέλτς ζει και γράφει στο
Σάλεμ της Μασαχουσέτης στις Η.Π.Α.,
με την γυναίκα του, Τζούλια
Ναμπαλίρουα-Λουγκούντε.
Διευθύνουν μαζί το The
Greenhouse School. Είναι συγγραφέας,
τραγουδιστής, γλωσσολόγος και
ακτιβιστής, έχει εμφανιστεί στο
ραδιόφωνο στην εκπομπή [interview
available here] και είναι στην διάθεσή
σας για ακόμη περισσότερες
συνεντεύξεις. Παλιότερα άρθρα και
μεταφράσεις θα βρείτε στον
ιστότοπο danielpwelch.com.
Θα εκτιμούσαμε πολύ τις συνδέσεις
σας με τον ιστότοπο αυτό.
|